#ατσάλι

LIVE

Ατσαλένιος λαιμός

Πανοπλία.

Σ'όλο το σώμα,
πανοπλία.

Κλειστή, κλεισμένη
από πάνω
ως
κάτω.

Σφαλισμένα όλα,
τα μάτια,
τα χείλη,
τα δόντια,

τα σαγώνια, κλειδωμένα.

Χτισμένα όλα
μ'ατσάλι.

Οι μηροί μου
και τα πόδια μου, ενωμένα σφιχτά μεταξύ τους.

Πανοπλία.

Την έχτισα,
κομμάτι-κομμάτι.

Όποτε μου έκλεβαν κάτι σαρκικό ,
όποτε τραυμάτιζαν κάτι δικό μου
κι όποτε μου πλήγωναν το δέρμα,

φύτρωνα εγώ
το ατσάλι.

Ατσάλι,
πάνω στα σημεία τα λαβωμένα από επαφή.

Έτσι ,
που όλη γέμισα ατσάλι.

Κι έγινα,
ασημένια θαρρείς,
και δύσκαμπτη,

κι αδιαπέραστη έγινα
και
μόνη.

Άφησα
ένα μικρό-μικρό κομμάτι -όμως- ακάλυπτο

Ένα μικρό κομμάτι δέρμα, ν'ανασαίνει.
Εκεί, σ'ενα μικρό σημείο στον λαιμό μου,
πάνω σε μια φλέβα κατακκόκινη, γεμάτη αίμα.

Είχα αφήσει ενα μικρό σημείο ,
να πάλεται και ν'ανασαίνει ελεύθερα.

Κι ήρθες εσύ.

Κι ήρθες εσύ,
και το φιλάς,
και πάλι παίρνεις.

Και θαρρείς, πως ξεκόλλησε το δέρμα,
κι έμεινε όλο στα χείλη σου απάνω.

Το πήρες μαζί σου,
σουβενίρ,
από το μουσείο πόνου
που ειναι -πλέον- το κορμί μου.

Είχα αφήσει , μια χαραμάδα, να μπαίνει ζωή,
και την έκλεισες.

Όχι,
εγώ την μπάλωσα κι αυτή.

Εσύ απλά ,
πήρες.

Και, ξέρεις,
πιο πολύ δε πονάει που μου ξεκόλλησες το δέρμα,
δε πονάει το μάτωμα,
ούτε το μπάλωμα από το ατσάλι θα πονέσει,
κι ας τρέχει αίμα απ'τη φλέβα που ξεσκέπασες…

Πιο πολύ πονάει
που εσύ, θα συνεχίσεις να ζεις,
μ'ένα κομμάτι του λαιμού μου πάνω στα χείλια σου.

Και θα φιλάς άλλους λαιμούς,
και θα μπλεχτώ με πόνους άλλων,
και δε θα είμαι
ποτέ
πια
κάτι
το
μοναδικό.

Μόνο,
μια ασημένια πανοπλία
χωρίς άνθρωπο μέσα.


Black in Deep Red, 1957
Mark Rothko

loading