#λογοτεχνια

LIVE

Απρόσωπα τέρατα, σκυφτά και δίχως ελπίδα,

είμαστε και θα'μαστε αν δε δραπετεύσουμε όλοι απ'την ίδια παγίδα.

Ἄκου

προστακτικὴ φωνὴ ἦταν ὁ ἔρωτας

πρὶν ἀνακαλυφθεῖ ἡ ἱκεσία.

Κική Δημουλά

Θέλουν να τούς μιλάς τα σπίτια. 

Να τούς μαθαίνεις αριθμητική.

Ποιοι έφυγαν, ποιοι μείναν.

Να τούς αφήνεις τα μάτια

Να ‘χουν

Να δακρύζουν

Κ. Γ. Καρυωτάκης

Σαν έκλεινε το μουσείο

αργά τη νύχτα η Δηιδάμεια

κατέβαινε από το αέτωμα.

Κουρασμένη από τους τουρίστες

έκανε το ζεστό λουτρό της και μετά

ώρα πολλή μπροστά στον καθρέφτη

χτένιζε τα χρυσά μαλλιά της.

Η ομορφιά της ήταν για πάντα

σταματημένη μες στο χρόνο.

Τότε τον έβλεπε πάλι εκεί

σε κάποια σκοτεινή γωνιά να την παραμονεύει.

Ερχόταν πίσω της αθόρυβα

της άρπαζε τη μέση και το στήθος

και μαγκώνοντας τα λαγόνια της

με το ένα του πόδι

έμπηγε τη δυνατή του φτέρνα

στο πλάι του εξαίσιου μηρού της.

Καθόλου δεν την ξάφνιαζε

κάθε φορά που της ριχνόταν.

Άλλωστε το περίμενε, το είχε συνηθίσει πια.

Αντιστεκόταν τάχα σπρώχνοντας

με τον αγκώνα το φιλήδονο κεφάλι του

και καθώς χανόταν όλη

μες στην αρπάγη του κορμιού του

τον ένιωθε να μεταμορφώνεται

σιγά σιγά σε κένταυρο.

Τώρα η αλογίσια οπλή του

την πόναγε κάπου εκεί

γλυκά στο κόκαλο

και τον ονειρευότανε παραδομένη

ανάμεσα στο φόβο της και τη λαγνεία του

να τη λαξεύει ακόμη.

Γιώργης Παυλόπουλος, «Το άγαλμα και ο τεχνίτης»

[Ακολουθεί το τελευταίο σημείωμα του Καρυωτάκη, διαβάστε με σύνεση]

Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερο μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις, χωρίς τις περσότερες, να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία όμως πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι’ αυτό. Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξη τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ’ αυτούς απευθύνομαι. Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές !!! είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ημουν άρρωστος. Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέσει την οικογένειά μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας.

Κ.Γ.Κ.

[Υ.Γ.] Και για ν’ αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ηπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου.

Κ.Γ.Κ.

Το πιο πολύτιμο ρούχο μας.

Το πιο επίσημο ρούχο μας.

Το πιο εμφανίσιμο ρούχο μας.

Η χλαμύδα μας.

Το φράκο μας.

Το νυχτικό μας.

Το μόνο σωστό μας.

Το μόνο πιστό μας.

Το μόνο αιώνιο ρούχο μας

είναι το πετσί μας.

Και δεν ντρέπομαι αν είναι μαύρο,

άσπρο,

ή μελαψό.

Ντρέπομαι για κείνους που το χωρίζουν

σε μαύρο,

άσπρο

και μελαψό.

Μενέλαος Λουντέμης, Το αληθινό μας ρούχο

Λήθη

Καλότυχοι οί νεκροί πού λησμονάνε

τήν πίκρια τής ζωής.Όντας βυθίσει

ό ήλιος καί τό σούρουπο ακολουθήσει,

μήν τούς κλαίς, ό καημός σού όσος καί νάναι.

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν καί πάνε

στής λησμονιάς τήν κρουσταλλένια βρύση

μά βούρκος τό νεράκι θά μαυρίσει,

ά στάξει γι’ αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

Κι άν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται.

Διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδύλι,

πόνους παλιούς, πού μέσα τούς κοιμούνται.

Ά δέ μπορείς πάρα νά κλαις τό δείλι,

τούς ζωντανούς τά μάτια σού άς θρηνήσουν:

Θέλουν μά δέ βολεί νά λησμονήσουν .

Λ.Μαβίλης

Καθίσαμε απέναντι.

Τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα.

Τα δικά του σίδερο και αίμα. 

Αυτός είχε τα μαύρα.

Σκληροί, γυαλιστεροί οι πύργοι του

επιτέθηκαν με ορμή

ενώ η βασίλισσα μου 

ξεντυνόταν στο σκοτάδι. 

Ήταν καλός αντίπαλος, 

προέβλεπε κάθε μου κίνηση

πριν καλά καλά ακόμα την σκεφτώ,

κι εγώ παρ’ όλα αυτά την έκανα, 

με την ήρεμη εγκατάλειψη αυτού 

που βαδίζει στο χαμό του.

Ίσως τελικά να με γοήτευε

το πόσο γρήγορα εξόντωσε τους στρατιώτες μου

τους αξιωματικούς, τους πύργους, τα οχυρά,

τις γέφυρες, τον βασιλιά τον ίδιο,

πόσο εύκολα διαπέρασε, εισχώρησε και άλωσε

βασίλεια ολόκληρα αρχαίας σιωπής

και πώς τελικά αιχμαλώτισε εκείνη τη μικρή βασίλισσα

από νεραϊδοκλωστή 

που τόσο της άρεσε να διαφεύγει με πειρατικά καράβια

στις χώρες του ποτέ.

Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει.

Άλλωστε, για αυτό έπαιξα μαζί του.

Γιατί, έστω και μια φορά, μες στη ζωή,

αξίζει κανείς να παίξει για να χάσει.

Χλόη Κουτσουμπέλη, Παρτίδα Σκάκι

Ό,τι αρχίζει, θα τελειώσει. Ό,τι δεν αρχίζει δεν θα τελειώσει και ποτέ.

Έρωτας δεν είναι μόνο ό,τι εκπληρώθηκε- είναι και ό,τι πόθησες. Ίσως γι’ αυτό μας τρώνε πάντα οι ανεκπλήρωτοι έρωτες. Δεν πεθαίνουν γιατί δεν κατάφεραν να γεννηθούν.

Κ.Π.Καβάφης

Η Ποίηση δεν είναι η απελευθέρωση των αισθημάτων, αλλά η δραπέτευση από τα αισθήματα. Δεν είναι η έκφραση της προσωπικότητας αλλά η δραπέτευση από την προσωπικότητα. Αλλά θα πρέπει κανείς να έχει αισθήματα και προσωπικότητα για να θέλει να δραπετεύσει από αυτά.

T. S. Eliot, 1888-1965, Βρετανός ποιητής

Στην εποχή της ξεπέτας ο έρωτας φοβήθηκε και κρύφτηκε

Που καιρός για έρωτες σε μια εποχή που όλα τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, που υπάρχουμε απλά και ξεχνάμε να ζούμε. Σε μια εποχή που οι έρωτες της μιας νύχτας δίνουν και παίρνουν, έχεις νιώσει ποτέ τον αμοιβαίο, γεμάτο αμαρτία και πάθος έρωτα; Ξέρεις για τι πράγμα μιλάω; Να υποθέσω πως όχι μιας και ετοιμάζεσαι και απόψε να βγεις και να σταμπάρεις το επόμενο θύμα που θα γεμίσει αυτό το βράδυ το κρεβάτι σου.

Σε μια εποχή που οι περισσότερες κοπέλες ανοίγουν τα πόδια τους στον κάθε τυχόντα που θα τις κεράσει ένα παραπάνω ποτό νομίζοντας πως έτσι είναι ερωτεύσιμες, χωρίς να μπορούν να δώσουν κάτι παραπάνω. Και άμα τους αποκαλέσεις κοριτσάκια πέφτουν να σε φάνε προσπαθώντας να σου αποδείξουν το πόσο γυναίκες είναι. Πλαστικές κούκλες που όλες μοιάζουν ίδιες. Όμως το πιο ελκυστικό σε μια γυναίκα είναι, όταν ξέρεις πως δεν ήταν με όλους και δεν θα είναι με τον οποιονδήποτε.

Σε μια εποχή που τα περισσότερα αγοράκια ασχολούνται μόνο με τα όποια «προσόντα» διαθέτουν στο παντελόνι τους νομίζοντας ότι αυτό τους κάνει άντρες. Και άμα τους αποκαλέσεις ανώριμους αρχίζουν τα σεξιστικά σχόλια προσπαθώντας να σε πείσουν για τον αμέριστο ανδρισμό τους.

Και ο έρωτας; Που πήγε ο έρωτας σε αυτή την εποχή; Για εκείνον τον έρωτα μιλάω που δυο βλέμματα συναντιούνται και γίνεται το big bang. Για εκείνον τον έρωτα που μένεις μαζί του από επιλογή και όχι από ανάγκη. Για τον έρωτα που έδινες ψυχή με περίσσια γενναιοδωρία, που τον σφίγγεις τόσο δυνατά, επειδή χωρίς αυτόν αισθάνεσαι άδειος. Που είναι αυτός ο έρωτας; Που είναι οι έρωτες της παλιάς κοπής που τολμούσαν, που πάλευαν, που κιτρίνιζαν σελίδες μα συνάμα τόσο καλογραμμένες;

Τότε κοριτσάκι μου ότι χαλούσε, προσπαθούσαμε να το φτιάξουμε πρώτα. Δεν το πετούσαμε αμέσως.” Έλεγε η γιαγιά. Πόσο τη ζηλεύω. Πόσο θα ήθελα να βρεθώ σε αυτή την εποχή. Και τότε υπήρχαν δυσκολίες. Η ζωή δεν ήταν εύκολη, όμως ήταν αληθινή και ειλικρινής. Οι ανθρώπινες σχέσεις βασίζονταν σε αληθινά θεμέλια, χωρίς να θεωρείται ταμπού να θες έναν άνθρωπο και χωρίς να είναι μαγκιά το σεξ της μιας βραδιάς.

Στην εποχή της αποκατάστασης μην ψάχνεις για έρωτα . Έχει και ο ίδιος φοβηθεί και κρύβεται. Τον καταλαβαίνω. Πώς να αντέξει και αυτός τόση δηθενιά. Δεν μου κάνεις; Σε αλλάζω. Τόσο απλά, τόσο εύκολα, τόσο ανώδυνα. Λες και μπορείς να βρεις κάποιον που να σου κάνει απόλυτα. Δεν είμαστε ίδιοι. Αν ήμασταν ίδιοι όλα θα ήταν βαρετά. Το θέμα είναι να έχεις δίπλα σου αυτόν που θα είναι εκεί για σένα και δεν θα σε εγκαταλείψει στην πρώτη δυσκολία. Έναν άνθρωπο να μοιραστείς τα όνειρα σου και να χαίρεται για σένα.

”Σε μια εποχή πληθώρας προσφοράς που να ξοδέψω τόσο χρόνο και συναίσθημα”αναλογίζεσαι. Και σε ποιον μπορούμε να ρίξουμε την ευθύνη για την πορεία της κοινωνίας μας. Στην οικογένεια; Στο σχολείο; Στην ίδια την κοινωνία με τα πρότυπα που προβάλλει; Σε εμάς τους ίδιους; Στην εποχή της εύκολης καβάντζας θυσιάζουμε σχέσεις και ανθρώπους που μπορούν να γεμίσουν το είναι μας για μια ακόμα παραπάνω επιβεβαίωση. Ζούμε σε μια εποχή που βρίσκουμε εύκολα φθηνό φαγητό, φθηνό σεξ, φθηνά ποτά και φθηνούς ανθρώπους που δεν μπορούμε με τίποτα να αποφύγουμε. Ποιος τολμά να ερωτευτεί λοιπόν…

Ψάξε ανθρώπους που να σε κοιτούν και να χαμογελούν. Που τα μάτια σου θα γεμίζουν από ευτυχία, όταν σε αντικρίζουν. Ανθρώπους που θα τους λες έλα και θα σου λένε είμαι ήδη από κάτω. Ψάξε αυτούς που δεν θα διατυμπανίζουν το πόσο σημαντική είναι η ζωή τους στριμώχνοντάς σε σε αυτή. Ανθρώπους που θα κάνουν τα πάντα πέρα μόνο για σένα. Εκείνους που δεν θα μετράς τα λόγια τους αλλά τις πράξεις τους, γιατί από δώρα άυλα φτάνει πια μπουχτίσαμε. Ανθρώπους που δεν θα σε αγαπάνε μόνο, όταν σε χρειάζονται. Ψάξε κάποιον που θα σε αποδέχεται γι αυτό που είσαι, γιατί στην τελική άνθρωποι είμαστε. Όλοι έχουμε μέσα μας και κάλους και κακούς δαίμονες.

Ψάξε αυτούς που θα σου αγγίξουν την ψυχή. Αυτό είναι το δύσκολο. Αυτή είναι η πρόκληση… Το σώμα σου μπορεί να το αγγίξει όποιος θέλει. Την ψυχή σου μόνο οι εκλεκτοί. Γύρευε εκείνον που δεν θα έρχεται για λίγο να σε δει αλλά θα είναι από πριν εκεί. Αυτόν που η αγάπη του θα αποτελεί καταφύγιο από τους δαίμονες σου. Και αν βρεις τέτοιους ανθρώπους, μην είσαι χαζός και τους αφήσεις. Στην εποχή της ξεπετάς, το αληθινό αποτελεί εξαίρεση, είδος υπό εξαφάνιση. Και αν είσαι τυχερός και αγγίξεις έστω και λίγο από αυτό κρατά το γερά να μην στο κλέψουν. Δάχτυλα μπλεγμένα σε σφιχτή γροθιά που πορεύονται μαζί σε μια εποχή που τόσοι μένουν μόνοι….

Το κείμενο δημοσιεύτηκε 30 Αυγούστου 2017 στην ιστοσελίδα www.maxmag.gr

Σύνταξη κειμένου: Έφη Λάιου

Επιμέλεια κειμένου: Μπράιτ Κλεοπάτρα

Τό βασικό είναι να ζει κανείς. Τ'άλλα είναι φιλολογία…

- “Ο Συνταγματάρχης Λιάπκιν” Μ.Καραγάτσης

loading